Ποιος είπε ότι ο Ιανουάριος δεν μπορεί να είναι ένας καυτός πολιτικός μήνας; Η ιστορία πάντως μας διδάσκει ότι είναι γεμάτος εντάσεις και αποτελέσματα που αφήνουν το σημάδι τους στην νεότερη ιστορία της χώρας. Στην…
πρώτη περίπτωση, 1861, οδήγησαν στην έξωση του Όθωνα και έπειτα σε νέο Σύνταγμα, στη δεύτερη, 1873, στην αρχή της δεδηλωμένης, ενώ στην τρίτη, 1887, σηματοδότησαν την πιο μακρά τρικουπική περίοδο. Στην τελευταία δε περίπτωση, 1936, ακολούθησε η επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά… Με μια ανασκόπηση στο εκλογικό μηνολόγιο από τη θέσπιση του Συντάγματος το 1844 μέχρι και την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση αν και ο μήνας Ιανουάριος ως μήνας διεξαγωγής των εκλογών δεν αποτελεί συχνό φαινόμενο, όποτε συνέβη αποδείχτηκε καθοριστικό για τις μετέπειτα πολιτικές εξελίξεις της χώρας.
Γράφει η Νίκη Παπάζογλου
Για πρώτη φορά στην μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας, ο πρώτος μήνας του χρόνου φιλοξενεί την εκλογική διαδικασία. Κι αυτό γιατί σπανίως οι εκλογικές αναμετρήσεις ακολουθούν την άφιξη του νέου έτους και την εορταστική περίοδο που συνηθέστερα την συνοδεύει, αφού εύλογα δεν ταιριάζει με προεκλογικές εκστρατείες, αφίσες και ομιλίες για την ανάληψη του πρωθυπουργικού θώκου. Επιπρόσθετη αιτία του αποκλεισμού του Ιανουαρίου από τους συνήθεις προεκλογικούς μήνες , ειδικότερα για τα παλιές προεκλογικές διαδικασίες, αποτελούν και οι καιρικές συνθήκες, οι οποίες είναι πιθανό να δυσχεράνουν τις μετακινήσεις ενισχύοντας έτσι
το ποσοστό της αποχής.
Τα 4 μόνο καλέσματα στην κάλπη τον μήνα Ιανουάριο άλλωστε, αποτελούν
τρανή απόδειξη της μέχρι τώρα «παράδοσης». Ενδιαφέρον όμως αποτελεί είναι το γεγονός πως όποτε πραγματοποιήθηκαν μετά το κόψιμο της βασιλόπιτας
αποδείχτηκαν καθοριστικές για τις μετέπειτα εξελίξεις η καθεμία βέβαια για τους δικούς της λόγους.
Στην προσπάθεια εντοπισμού της πρώτης εκλογικής αναμέτρησης που διεξήχθη Ιανουάριο φτάνει κανείς στα χρόνια του Όθωνα. Όταν η φιλοβασιλική κυβέρνηση του Αθ. Μιαούλη, που βρισκόταν στην εξουσία ήδη από το 1859, χάνει αίφνης την πλειοψηφία στη Βουλή, ο συντασσόμενος με την αντιπολίτευση τον Νοέμβριο του 1860, Θρ. Ζαΐμης εκλέγεται πρόεδρος της βουλής.
Υπουργείο Αίματος και καλπονοθεία
Ο Μιαούλης υποβάλει παραίτηση, η οποία δεν γίνεται δεκτή, στη θέση του καλείται ο Καλλέργης ο οποίος δεν έρχεται και κάπως έτσι οι εκλογές, ο Όθωνας διαλύει με βίαιο τρόπο την βουλή προκηρύσσοντας για τις 16/01/1861.
Η διεξαγωγή τους χαρακτηρίστηκε ανορθόδοξη, με την καλπονοθεία να προσφέρει το προβάδισμα στις βασιλικές δυνάμεις χωρίς να λείψουν και τραυματίες σε μερικές περιπτώσεις και νεκροί οι οποίοι μετατρέπουν τον προεκλογικό αγώνα σε τρομοκρατικό. Τις εκλογές αυτές, που έγιναν εντελώς ανορθόδοξα κέρδισε ο Μιαούλης και αποκλείστηκαν από τη βουλή οι Κουµουνδούρος, ∆εληγιώργης και Θρ. Ζαϊµης.
Η τελευταία φάση της κυβέρνησης Μιαούλη, επειδή τήρησε σκληρή στάση απέναντι στην αντιπολίτευση, είναι γνωστή σαν «υπουργείο αίµατος». Τελικά ο Μιαούλης υποβάλει παραίτηση, πρωθυπουργός χρημάτισε ο Ιωάννης Κολοκοτρώνης, αλλά οι αντιβασιλικές διαδηλώσεις κορυφώνονται μέχρι και την νύχτα 10ης προς 11ης Οκτωβρίου όπου εκδίδεται το Ψήφισμα του Έθνους για την κατάργηση της Βασιλείας του Όθωνα. Έμμεσο αποτέλεσμα της κρίσιμης εκλογικής αναμέτρησης του Ιανουαρίου καθώς του αντιδυναστικού τσουνάμι που την ακολούθησε ήταν η αναχώρηση του βασιλικού ζεύγους από την Ελλάδα στις 23 Οκτωβρίου 1862 με το αγγλικό πολεμικό Σκύλλα καταφεύγοντας αρχικά στο Μόναχο.
Κυβερνήσεις ημερών, ασύγγνωστη μειοψηφία και λοιπά τεχνάσματα…
Οι επεμβάσεις του στέμματος όμως χαρακτήρισαν και τις επόμενες εκλογές. Ενώ στον κυβερνητικό θώκο ανεβαίνουν με τη σειρά και μόνο για λίγες ημέρες διάφοροι αρχηγοί της πολιτικής σκηνής, κανένα από τα κόμματα δεν συγκεντρώνει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Για να διατηρηθούν οι κυβερνήσεις ο Γεώργιος αναστέλλει την λειτουργία της βουλής. Έτσι η λειτουργία του πρώιμου κοινοβουλευτικού συστήματος δεν ενισχύεται ταυτόχρονα όμως οι συνταγματικές διατάξεις δεν παραβιάζονται. Μετά τις εκλογές της 16/19 Μαΐου 1869 η κυβέρνηση Ζαΐµη που διέθετε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία διατηρείται για 19 µήνες, µέχρι την 9η Ιουλίου 1870, ηµέρα υποβολής της παραίτησής της.
Ο διορισµός και η διατήρηση της επόμενης κυβέρνησης, η οποία διέθετε μόνο 7 βουλευτές και
µε πρωθυπουργό τον Επ. ∆εληγιώργη, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στο κοινοβούλιο.
Ο Γεώργιος Α» Γκλίξμπουργκ ανέθεσε την πρωθυπουργία στον Επ. Δεληγιώργη χρησιμοποιώντας κάθε συνταγματικό μέσο για την παραμονή της κυβέρνησης «ασύγγνωστης μειοψηφίας» και αφού εξάντλησε κάθε μέσο διέλυσε τη Βουλή. Ετσι, η κυβέρνησή του μετατρέπεται σε υπηρεσιακή, παρατείνοντας τον βίο της μέσω των εκλογών της 27-30 Ιανουαρίου όπου μετατραπεί σε πλειοψηφική. κυβέρνηση ∆εληγιώργη έδωσε την ευκαιρία αποκρυστάλλωσης και εξέλιξης του κοινοβουλευτικού συστήματος της εποχής.
Εκλογές πριν «των φώτων» φέρνουν την μεγαλύτερη Τρικουπική περίοδο
Την τρίτη προσφυγή στις κάλπες υπαγόρευσαν οι εκλογικοί υπολογισμοί του Χαρ. Τρικούπη μέσα στον 19ο αιώνα. Η πλειοψηφία Τρικούπη είχε προέλθει από αποσκιρτήσεις βουλευτών και τη διάσπαση του δηλιγιαννικού κόμματος (μέσα 1886). Παρά το γεγονός ότι διατηρούνταν ακόμη και από αποχώρηση ορισμένων βουλευτών ο Τρικούπης διέλυσε τη Βουλή (Νοέμβριος 1886), προσβλέποντας στην κατάκτησή της μέσω εκλογών. Η εκλογική διαδικασία ορίστηκε για τις 04 Ιανουαρίου 1887.
Η προεκλογική εκστρατεία, όπως πάντα στην Ελλάδα, έγινε σε ιδιαίτερα θερμό κλίμα, με εκατέρωθεν έντονους διαξιφισμούς και ύβρεις. Ανήμερα των Χριστουγέννων, η εφημερίδα του «Νεωτεριστικού Κόμματος» του Τρικούπη αναδημοσίευσε άρθρο της λονδρέζικης εφημερίδας «Καιροί» (πρόκειται για τους Τάιμς του Λονδίνου), οι οποίοι σημείωναν ότι ενδεχόμενη νίκη του Δηλιγιάννη στις εκλογές θα σήμαινε επάνοδο στην πολιτική της αυτοκτονίας, χρεοκοπία, γενική παραλυσία και πολιτική εκμηδένιση. Αντίθετα, η επικράτηση του Τρικούπη θα σήμαινε επικράτηση της πολιτικής σύνεσης και της πατριωτικής αυταπάρνησης.
Την παραμονή των εκλογών (3 Ιανουαρίου 1887) το «Νεωτεριστικόν Κόμμα» πραγματοποίησε την πρώτη σημαντική προεκλογική συγκέντρωση στην ιστορία της Πλατείας Συντάγματος. Περισσότεροι από 10.000 οπαδοί του κόμματος επευφήμησαν τον αρχηγό τους. Τελικά ο Τρικούπης κερδίζει πανηγυρικά τις εκλογές κατακτώντας τις 90 από τις 150 έδρες, μειωμένες από τις 250 των προηγούμενων εκλογών. Η Βουλή, που προέκυψε από τις εκλογές της 4ης Ιανουαρίου, ήταν μία από τις μακροβιότερες στην ελληνική κοινοβουλευτική ιστορία. Ο Τρικούπης κυβέρνησε αδιάλειπτα από τις 6 Μαΐου 1887 έως τις 24 Οκτωβρίου 1890 και μπόρεσε έτσι να συνεχίσει το ανορθωτικό θεσμικό και οικονομικό του έργο.
Οι πρώτες τον 20ο αιώνα
Η επιλογή της 26ης Ιανουαρίου 1936 για τη διεξαγωγή εκλογών ανήκε στο βασιλιά Γεώργιο Β. Μετά την επάνοδό του, με το νόθο δημοψήφισμα (Νοέμβριος 1935), επεδίωκε να εμφανιστεί εσπευσμένα ως εγγυητής της «εθνικής ενότητας», υπερβαίνοντας το διχασμό βενιζελικών – αντιβενιζελικών. Απαλλάχτηκε από τον πραξικοπηματία Κονδύλη, διόρισε πρωθυπουργό υπηρεσιακής κυβέρνησης τον Κ. Δεμερτζή και το Δεκέμβριο με την προκήρυξη εκλογών διέλυσε τη Βουλή.
Τα βασικά πολιτικά κόμματα (βενιζελικοί- δημοκρατικοί και αντιβενιζελικοί-βασιλικοί) είτε δεν επιθυμούσαν, γενικώς, εκλογές είτε συμφωνούσαν με τη διεξαγωγή τους αργότερα, οι Φιλελεύθεροι πρότειναν σαν μήνα διεξαγωγής τον Απρίλιο, οι Προοδευτικοί μετά το τέλος του χειμώνα επικαλούμενοι δυσχέρειες στις μετακινήσεις, εκτάκτως, λοιπόν, διεξήχθησαν τότε, όπως εκτάκτως ίσχυσε και το αναλογικό εκλογικό σύστημα, λόγω των βασιλικών υπολογισμών για έλεγχο του μετεκλογικού πολιτικού σκηνικού. Παραδόξως για την εποχή ο χειμώνας του 1936 χαρακτηρίστηκε ως ο θερμότερος των τελευταίων εβδομήντα ετών κι έτσι δεν αναφέρονται δυσχέρειες στις μετακινήσεις. Όσο για τις συνθήκες διεξαγωγής τους αρκεί ν΄ αναφερθεί ότι έγιναν με έντονες φήμες για «κίνημα», δράση κουμπουροφόρων, κυρίως, από μέρους των οπαδών του Κονδύλη, διπλοψηφίες κτλ. Αυτός ήταν ο λόγος που ο αρχηγός των Φιλελευθέρων Σοφούλης ζητούσε επίμονα ν΄ αναλάβει την τήρηση της τάξης ο στρατός και το ναυτικό.
Ο στόχος της Αυλής για συνεργασία των αστικών κομμάτων υπό τη σκέπη της δεν επιτεύχθηκε. Οι δυο μεγάλες παρατάξεις ισοψήφησαν (142 και 143 έδρες αντιστοίχως), αλλά η καθεμιά ηρνείτο να παραιτηθεί από τα «πρωτεία». Ακολούθησε αδυναμία συνεννόησης, και οι κυβέρνηση σχηματίστηκε από τον Δεμερτζή. Μετά τον θάνατό του ανέλαβε ο Μεταξάς, Απρίλιος 1936, και τα προβλήματα «λύθηκαν» με τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Δεκεμβριανές κάλπες
Εν μέσω εορταστικής περιόδου προκηρύχθηκαν εκλογές δύο ακόμα φορές τον 20ο αιώνα, όχι όμως τον Ιανουάριο αλλά το Δεκέμβριο του 1915 και του 1923 . Την διεξαγωγή τους βέβαια επέβαλαν οι έκτακτες και ανώμαλες κοινοβουλευτικές συνθήκες εξαιτίας του 1ου Παγκόσμιου Πολέμου και της μικρασιατικής καταστροφής.
Εκλογικό μηνολόγιο
Το εκλογικό μηνολόγιο από τη θέσπιση του Συντάγματος το 1844, μέχρι την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση του 2012, αναδεικνύει «πρωταθλητές» τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο. Αυτούς τους δυο μήνες έχουν διενεργηθεί οι περισσότερες από τις 63 νεοελληνικές εκλογικές αναμετρήσεις . Για την ακρίβεια έχουν στηθεί κάλπες από 10 φορές.
Ακολουθούν ο Μάρτιος και ο Μάιος που μετρούν από 7 εκλογές. Έπεται ο Φεβρουάριος και ο Σεπτέμβριος με 5. Αμέσως μετά ο Ιανουάριος, Απρίλιος και Ιούνιος με 4.
Την περίοδο με τα «μπάνια του λαού» σημειώνονται οι λιγότερες (2 τον Ιούλιο και 2 Αύγουστο).
Κατά τη μεταπολίτευση (1974 – σήμερα ) ουδεμία από τις δεκαπέντε (15) εκλογικές αναμετρήσεις εξελίχτηκε το χειμώνα (Δεκέμβριος – Φεβρουάριος). Στη μεταπολεμική περίοδο τους χειμερινούς μήνες καταγράφονται μόλις δυο(2) από εννιά (9) βουλευτικές εκλογές.
Στην πρώτη η επιλογή ( 19 Φεβρουαρίου 1956) ήταν του Κ. Καραμανλή, μετά τα «εκλογομαγειρέματα» του αρχηγού της νεοσύστατης ΕΡΕ και του διορισμού του στην πρωθυπουργία.
Στη δεύτερη (16 Φεβρουαρίου 1964) την πρωτοβουλία είχε ο Γ. Παπανδρέου. Η Ένωσις Κέντρου δεν είχε εξασφαλίσει αυτοδυναμία στην προηγούμενη αναμέτρηση (Νοέμβριος 1963), πράγμα που υπολόγιζε ότι θα γινόταν με νέες εκλογές. Πράγματι αυτό συνέβη στις τελευταίες κάλπες πριν από τη δικτατορία του 1967.
Συνολικά από το 1844 μέχρι σήμερα χειμώνα) Δεκέμβριος, Ιανουάριος, Φεβρουάριος) έχουν διεξαχθεί δώδεκα (12) φορές εκλογές. Οι περισσότερες το 19ο αιώνα.
Διαβάστε όλα τα θέματα της ενότητας Weekend του
Via
πρώτη περίπτωση, 1861, οδήγησαν στην έξωση του Όθωνα και έπειτα σε νέο Σύνταγμα, στη δεύτερη, 1873, στην αρχή της δεδηλωμένης, ενώ στην τρίτη, 1887, σηματοδότησαν την πιο μακρά τρικουπική περίοδο. Στην τελευταία δε περίπτωση, 1936, ακολούθησε η επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά… Με μια ανασκόπηση στο εκλογικό μηνολόγιο από τη θέσπιση του Συντάγματος το 1844 μέχρι και την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση αν και ο μήνας Ιανουάριος ως μήνας διεξαγωγής των εκλογών δεν αποτελεί συχνό φαινόμενο, όποτε συνέβη αποδείχτηκε καθοριστικό για τις μετέπειτα πολιτικές εξελίξεις της χώρας.
Γράφει η Νίκη Παπάζογλου
Για πρώτη φορά στην μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας, ο πρώτος μήνας του χρόνου φιλοξενεί την εκλογική διαδικασία. Κι αυτό γιατί σπανίως οι εκλογικές αναμετρήσεις ακολουθούν την άφιξη του νέου έτους και την εορταστική περίοδο που συνηθέστερα την συνοδεύει, αφού εύλογα δεν ταιριάζει με προεκλογικές εκστρατείες, αφίσες και ομιλίες για την ανάληψη του πρωθυπουργικού θώκου. Επιπρόσθετη αιτία του αποκλεισμού του Ιανουαρίου από τους συνήθεις προεκλογικούς μήνες , ειδικότερα για τα παλιές προεκλογικές διαδικασίες, αποτελούν και οι καιρικές συνθήκες, οι οποίες είναι πιθανό να δυσχεράνουν τις μετακινήσεις ενισχύοντας έτσι
το ποσοστό της αποχής.
Τα 4 μόνο καλέσματα στην κάλπη τον μήνα Ιανουάριο άλλωστε, αποτελούν
τρανή απόδειξη της μέχρι τώρα «παράδοσης». Ενδιαφέρον όμως αποτελεί είναι το γεγονός πως όποτε πραγματοποιήθηκαν μετά το κόψιμο της βασιλόπιτας
αποδείχτηκαν καθοριστικές για τις μετέπειτα εξελίξεις η καθεμία βέβαια για τους δικούς της λόγους.
Στην προσπάθεια εντοπισμού της πρώτης εκλογικής αναμέτρησης που διεξήχθη Ιανουάριο φτάνει κανείς στα χρόνια του Όθωνα. Όταν η φιλοβασιλική κυβέρνηση του Αθ. Μιαούλη, που βρισκόταν στην εξουσία ήδη από το 1859, χάνει αίφνης την πλειοψηφία στη Βουλή, ο συντασσόμενος με την αντιπολίτευση τον Νοέμβριο του 1860, Θρ. Ζαΐμης εκλέγεται πρόεδρος της βουλής.
Υπουργείο Αίματος και καλπονοθεία
Ο Μιαούλης υποβάλει παραίτηση, η οποία δεν γίνεται δεκτή, στη θέση του καλείται ο Καλλέργης ο οποίος δεν έρχεται και κάπως έτσι οι εκλογές, ο Όθωνας διαλύει με βίαιο τρόπο την βουλή προκηρύσσοντας για τις 16/01/1861.
Η διεξαγωγή τους χαρακτηρίστηκε ανορθόδοξη, με την καλπονοθεία να προσφέρει το προβάδισμα στις βασιλικές δυνάμεις χωρίς να λείψουν και τραυματίες σε μερικές περιπτώσεις και νεκροί οι οποίοι μετατρέπουν τον προεκλογικό αγώνα σε τρομοκρατικό. Τις εκλογές αυτές, που έγιναν εντελώς ανορθόδοξα κέρδισε ο Μιαούλης και αποκλείστηκαν από τη βουλή οι Κουµουνδούρος, ∆εληγιώργης και Θρ. Ζαϊµης.
Η τελευταία φάση της κυβέρνησης Μιαούλη, επειδή τήρησε σκληρή στάση απέναντι στην αντιπολίτευση, είναι γνωστή σαν «υπουργείο αίµατος». Τελικά ο Μιαούλης υποβάλει παραίτηση, πρωθυπουργός χρημάτισε ο Ιωάννης Κολοκοτρώνης, αλλά οι αντιβασιλικές διαδηλώσεις κορυφώνονται μέχρι και την νύχτα 10ης προς 11ης Οκτωβρίου όπου εκδίδεται το Ψήφισμα του Έθνους για την κατάργηση της Βασιλείας του Όθωνα. Έμμεσο αποτέλεσμα της κρίσιμης εκλογικής αναμέτρησης του Ιανουαρίου καθώς του αντιδυναστικού τσουνάμι που την ακολούθησε ήταν η αναχώρηση του βασιλικού ζεύγους από την Ελλάδα στις 23 Οκτωβρίου 1862 με το αγγλικό πολεμικό Σκύλλα καταφεύγοντας αρχικά στο Μόναχο.
Κυβερνήσεις ημερών, ασύγγνωστη μειοψηφία και λοιπά τεχνάσματα…
Οι επεμβάσεις του στέμματος όμως χαρακτήρισαν και τις επόμενες εκλογές. Ενώ στον κυβερνητικό θώκο ανεβαίνουν με τη σειρά και μόνο για λίγες ημέρες διάφοροι αρχηγοί της πολιτικής σκηνής, κανένα από τα κόμματα δεν συγκεντρώνει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Για να διατηρηθούν οι κυβερνήσεις ο Γεώργιος αναστέλλει την λειτουργία της βουλής. Έτσι η λειτουργία του πρώιμου κοινοβουλευτικού συστήματος δεν ενισχύεται ταυτόχρονα όμως οι συνταγματικές διατάξεις δεν παραβιάζονται. Μετά τις εκλογές της 16/19 Μαΐου 1869 η κυβέρνηση Ζαΐµη που διέθετε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία διατηρείται για 19 µήνες, µέχρι την 9η Ιουλίου 1870, ηµέρα υποβολής της παραίτησής της.
Ο διορισµός και η διατήρηση της επόμενης κυβέρνησης, η οποία διέθετε μόνο 7 βουλευτές και
µε πρωθυπουργό τον Επ. ∆εληγιώργη, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στο κοινοβούλιο.
Ο Γεώργιος Α» Γκλίξμπουργκ ανέθεσε την πρωθυπουργία στον Επ. Δεληγιώργη χρησιμοποιώντας κάθε συνταγματικό μέσο για την παραμονή της κυβέρνησης «ασύγγνωστης μειοψηφίας» και αφού εξάντλησε κάθε μέσο διέλυσε τη Βουλή. Ετσι, η κυβέρνησή του μετατρέπεται σε υπηρεσιακή, παρατείνοντας τον βίο της μέσω των εκλογών της 27-30 Ιανουαρίου όπου μετατραπεί σε πλειοψηφική. κυβέρνηση ∆εληγιώργη έδωσε την ευκαιρία αποκρυστάλλωσης και εξέλιξης του κοινοβουλευτικού συστήματος της εποχής.
Εκλογές πριν «των φώτων» φέρνουν την μεγαλύτερη Τρικουπική περίοδο
Την τρίτη προσφυγή στις κάλπες υπαγόρευσαν οι εκλογικοί υπολογισμοί του Χαρ. Τρικούπη μέσα στον 19ο αιώνα. Η πλειοψηφία Τρικούπη είχε προέλθει από αποσκιρτήσεις βουλευτών και τη διάσπαση του δηλιγιαννικού κόμματος (μέσα 1886). Παρά το γεγονός ότι διατηρούνταν ακόμη και από αποχώρηση ορισμένων βουλευτών ο Τρικούπης διέλυσε τη Βουλή (Νοέμβριος 1886), προσβλέποντας στην κατάκτησή της μέσω εκλογών. Η εκλογική διαδικασία ορίστηκε για τις 04 Ιανουαρίου 1887.
Η προεκλογική εκστρατεία, όπως πάντα στην Ελλάδα, έγινε σε ιδιαίτερα θερμό κλίμα, με εκατέρωθεν έντονους διαξιφισμούς και ύβρεις. Ανήμερα των Χριστουγέννων, η εφημερίδα του «Νεωτεριστικού Κόμματος» του Τρικούπη αναδημοσίευσε άρθρο της λονδρέζικης εφημερίδας «Καιροί» (πρόκειται για τους Τάιμς του Λονδίνου), οι οποίοι σημείωναν ότι ενδεχόμενη νίκη του Δηλιγιάννη στις εκλογές θα σήμαινε επάνοδο στην πολιτική της αυτοκτονίας, χρεοκοπία, γενική παραλυσία και πολιτική εκμηδένιση. Αντίθετα, η επικράτηση του Τρικούπη θα σήμαινε επικράτηση της πολιτικής σύνεσης και της πατριωτικής αυταπάρνησης.
Την παραμονή των εκλογών (3 Ιανουαρίου 1887) το «Νεωτεριστικόν Κόμμα» πραγματοποίησε την πρώτη σημαντική προεκλογική συγκέντρωση στην ιστορία της Πλατείας Συντάγματος. Περισσότεροι από 10.000 οπαδοί του κόμματος επευφήμησαν τον αρχηγό τους. Τελικά ο Τρικούπης κερδίζει πανηγυρικά τις εκλογές κατακτώντας τις 90 από τις 150 έδρες, μειωμένες από τις 250 των προηγούμενων εκλογών. Η Βουλή, που προέκυψε από τις εκλογές της 4ης Ιανουαρίου, ήταν μία από τις μακροβιότερες στην ελληνική κοινοβουλευτική ιστορία. Ο Τρικούπης κυβέρνησε αδιάλειπτα από τις 6 Μαΐου 1887 έως τις 24 Οκτωβρίου 1890 και μπόρεσε έτσι να συνεχίσει το ανορθωτικό θεσμικό και οικονομικό του έργο.
Οι πρώτες τον 20ο αιώνα
Η επιλογή της 26ης Ιανουαρίου 1936 για τη διεξαγωγή εκλογών ανήκε στο βασιλιά Γεώργιο Β. Μετά την επάνοδό του, με το νόθο δημοψήφισμα (Νοέμβριος 1935), επεδίωκε να εμφανιστεί εσπευσμένα ως εγγυητής της «εθνικής ενότητας», υπερβαίνοντας το διχασμό βενιζελικών – αντιβενιζελικών. Απαλλάχτηκε από τον πραξικοπηματία Κονδύλη, διόρισε πρωθυπουργό υπηρεσιακής κυβέρνησης τον Κ. Δεμερτζή και το Δεκέμβριο με την προκήρυξη εκλογών διέλυσε τη Βουλή.
Τα βασικά πολιτικά κόμματα (βενιζελικοί- δημοκρατικοί και αντιβενιζελικοί-βασιλικοί) είτε δεν επιθυμούσαν, γενικώς, εκλογές είτε συμφωνούσαν με τη διεξαγωγή τους αργότερα, οι Φιλελεύθεροι πρότειναν σαν μήνα διεξαγωγής τον Απρίλιο, οι Προοδευτικοί μετά το τέλος του χειμώνα επικαλούμενοι δυσχέρειες στις μετακινήσεις, εκτάκτως, λοιπόν, διεξήχθησαν τότε, όπως εκτάκτως ίσχυσε και το αναλογικό εκλογικό σύστημα, λόγω των βασιλικών υπολογισμών για έλεγχο του μετεκλογικού πολιτικού σκηνικού. Παραδόξως για την εποχή ο χειμώνας του 1936 χαρακτηρίστηκε ως ο θερμότερος των τελευταίων εβδομήντα ετών κι έτσι δεν αναφέρονται δυσχέρειες στις μετακινήσεις. Όσο για τις συνθήκες διεξαγωγής τους αρκεί ν΄ αναφερθεί ότι έγιναν με έντονες φήμες για «κίνημα», δράση κουμπουροφόρων, κυρίως, από μέρους των οπαδών του Κονδύλη, διπλοψηφίες κτλ. Αυτός ήταν ο λόγος που ο αρχηγός των Φιλελευθέρων Σοφούλης ζητούσε επίμονα ν΄ αναλάβει την τήρηση της τάξης ο στρατός και το ναυτικό.
Ο στόχος της Αυλής για συνεργασία των αστικών κομμάτων υπό τη σκέπη της δεν επιτεύχθηκε. Οι δυο μεγάλες παρατάξεις ισοψήφησαν (142 και 143 έδρες αντιστοίχως), αλλά η καθεμιά ηρνείτο να παραιτηθεί από τα «πρωτεία». Ακολούθησε αδυναμία συνεννόησης, και οι κυβέρνηση σχηματίστηκε από τον Δεμερτζή. Μετά τον θάνατό του ανέλαβε ο Μεταξάς, Απρίλιος 1936, και τα προβλήματα «λύθηκαν» με τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Δεκεμβριανές κάλπες
Εν μέσω εορταστικής περιόδου προκηρύχθηκαν εκλογές δύο ακόμα φορές τον 20ο αιώνα, όχι όμως τον Ιανουάριο αλλά το Δεκέμβριο του 1915 και του 1923 . Την διεξαγωγή τους βέβαια επέβαλαν οι έκτακτες και ανώμαλες κοινοβουλευτικές συνθήκες εξαιτίας του 1ου Παγκόσμιου Πολέμου και της μικρασιατικής καταστροφής.
Εκλογικό μηνολόγιο
Το εκλογικό μηνολόγιο από τη θέσπιση του Συντάγματος το 1844, μέχρι την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση του 2012, αναδεικνύει «πρωταθλητές» τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο. Αυτούς τους δυο μήνες έχουν διενεργηθεί οι περισσότερες από τις 63 νεοελληνικές εκλογικές αναμετρήσεις . Για την ακρίβεια έχουν στηθεί κάλπες από 10 φορές.
Ακολουθούν ο Μάρτιος και ο Μάιος που μετρούν από 7 εκλογές. Έπεται ο Φεβρουάριος και ο Σεπτέμβριος με 5. Αμέσως μετά ο Ιανουάριος, Απρίλιος και Ιούνιος με 4.
Την περίοδο με τα «μπάνια του λαού» σημειώνονται οι λιγότερες (2 τον Ιούλιο και 2 Αύγουστο).
Κατά τη μεταπολίτευση (1974 – σήμερα ) ουδεμία από τις δεκαπέντε (15) εκλογικές αναμετρήσεις εξελίχτηκε το χειμώνα (Δεκέμβριος – Φεβρουάριος). Στη μεταπολεμική περίοδο τους χειμερινούς μήνες καταγράφονται μόλις δυο(2) από εννιά (9) βουλευτικές εκλογές.
Στην πρώτη η επιλογή ( 19 Φεβρουαρίου 1956) ήταν του Κ. Καραμανλή, μετά τα «εκλογομαγειρέματα» του αρχηγού της νεοσύστατης ΕΡΕ και του διορισμού του στην πρωθυπουργία.
Στη δεύτερη (16 Φεβρουαρίου 1964) την πρωτοβουλία είχε ο Γ. Παπανδρέου. Η Ένωσις Κέντρου δεν είχε εξασφαλίσει αυτοδυναμία στην προηγούμενη αναμέτρηση (Νοέμβριος 1963), πράγμα που υπολόγιζε ότι θα γινόταν με νέες εκλογές. Πράγματι αυτό συνέβη στις τελευταίες κάλπες πριν από τη δικτατορία του 1967.
Συνολικά από το 1844 μέχρι σήμερα χειμώνα) Δεκέμβριος, Ιανουάριος, Φεβρουάριος) έχουν διεξαχθεί δώδεκα (12) φορές εκλογές. Οι περισσότερες το 19ο αιώνα.
Διαβάστε όλα τα θέματα της ενότητας Weekend του
Via
Διαβάστε περισσότερα »
from SALE de SPORT http://ift.tt/1JjpYnP
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου